27/09/2025
Απόσπασμα από το βιβλίο μου, η Ποιητική Έντα σε πεζό λόγο.
Διαθέσιμο σήμερα σε όλα τα βιβλιοπωλεία (Απλά δώστε το όνομα του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο, ή το ISBN)
Κεφάλαιο 4 - Η μπαλάντα του Γκρίμνιρ
"Εκείνη τη στιγμή έγινε κάτι πολύ περίεργο. Καθώς ο Γκρίμνιρ ήπιε το δροσερό νερό, οι φλόγες γύρω του άρχισαν να τρεμοπαίζουν και να χοροπηδούν σαν ζωντανές.
Η φωνή του έγινε πιο δυνατή και καθαρή ενώ πρόφερε στίχους σε μια παράξενη και μελωδική γλώσσα που κανείς δεν καταλάβαινε. Μια αλλόκοτη μουσική έντυσε την απαγγελία που έβγαινε από τα χείλη του ξένου. Καθώς μίλαγε, μπροστά στα έκπληκτα μάτια όλων άρχισαν να ξεπροβάλλουν μαγευτικές εικόνες, σαν να έσφυζαν οι ίδιες από ζωή και να χόρευαν με έντεχνες φιγούρες.
Το τραγούδι του ξένου μιλούσε για την Άσγκαρντ, την πατρίδα των παντοδύναμων θεών του Βορρά, που λάμπει στον ουρανό σαν πολύτιμο στέμμα. Εκεί βρίσκονται τα γιγάντια χρυσά παλάτια τους, με πύργους που φτάνουν ως τα σύννεφα και αίθουσες που γεμίζουν με μουσική, υδρόμελι, γέλια και φως.
Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η Βαλχάλα, η κατοικία του σοφού Όντιν με το Ένα Μάτι, του άρχοντα των θεών και πατέρα της μάχης, και ο Οίκος όλων των γενναίων νεκρών. Οι τοίχοι του είναι καλυμμένοι με λαμπερές ασπίδες, οι πύλες του φτιαγμένες από χρυσά δόρατα. Εκεί καταλήγουν οι ψυχές των ηρωικών πολεμιστών που έπεσαν με τιμή στη μάχη και ζουν αιώνια παρέα με τους θεούς, πίνοντας, τρώγοντας, αναμετρώντας τις δυνάμεις τους και αφηγούμενοι ιστορίες ανδρείας και θάρρους.
Οι στίχοι του ξένου περιέγραφαν το λαμπερό Άλφχαϊμ, τη χώρα των φωτεινών ξωτικών, όπου τα δέντρα είναι από καθαρό χρυσάφι και τα λουλούδια λάμπουν σαν πολύτιμα πετράδια στο φως. Και τη σκοτεινή Χελ, το υπόγειο βασίλειο των νεκρών, όπου η ομώνυμη θεά, με το μισό της πρόσωπο σκαμμένο από τη φθονερή μαγεία του πατέρα της, κυβερνά τις ψυχές όσων δεν κέρδισαν μια θέση στη Βαλχάλα.
Μίλησε για το παγωμένο Γιοτουνχάιμ, πατρίδα των αδίστακτων γιγάντων του Πάγου με τις παγωμένες, κρυστάλλινες καρδιές τους, και το φλογερό, βορβορώδες Μούσπελχαϊμ, απ'όπου ξεπήδησαν οι πρώτες σπίθες ζωής των Γιγάντων της Φωτιάς. Ακόμη και τη Μίντγκαρντ ανέφερε, τον κόσμο των θνητών ανθρώπων, που οι θεοί έπλασαν από τις σάρκες του πρωταρχικού Τιτάνα Ύμιρ.
Όλοι αυτοί οι κόσμοι, εξήγησε ο Γκρίμνιρ, συνδέονται και συγκρατούνται από τα αθάνατα κλαδιά και τις ρίζες του πελώριου κοσμικού δέντρου που ονομάζεται Γίγκντραζιλ και απλώνεται σε όλο το σύμπαν. Στην κορυφή του, κάθεται ένας σοφός αετός και στα πόδια του, δαγκώνει τις ρίζες ο βδελυρός δράκος Νίντχογκρ. Κατω από τον κορμό του, τρέχει πάνω κάτω ένας σκίουρος, μεταφέροντας μηνύματα μεταξύ των κόσμων, και τους βλαστούς του μασουλάνε τέσσερα μαγικά ελάφια.
Οι περιγραφές ήταν τόσο ολοζώντανες που όλοι στο κάστρο είχαν μαγευτεί, σαν να έβλεπαν τους μυθικούς αυτούς τόπους με τα ίδια τους τα μάτια. Αποσβολωμένοι από τη μαγική αφήγηση, λησμόνησαν με μιας το κρύο, την πείνα και την κούραση.
Επί οχτώ μερόνυχτα, ο Γκρίμνιρ μίλαγε ασταμάτητα για θεούς και γίγαντες, νάνους και ξωτικά, μαγγανείες και ξόρκια, σοφία, γνώση και ποίηση, για τη δημιουργία και το πεπρωμένο των εννιά κόσμων, πλέκοντας στο τραγούδι του θεϊκές ρίμες και αιώνια σοφία. Κι όλον εκείνο τον καιρό δεν έφαγε, δεν ήπιε και δεν έκλεισε μάτι, αλλά η φωνή του παρέμενε δυνατή και στεντόρεια σαν τον άνεμο που λυσσομανά ουρλιάζοντας ανάμεσα στα δέντρα. Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο πιο ανήσυχος γινόταν ο βασιλιάς Γκέιροντ. Γιατί καταλάβαινε, ότι κανένας απλός θνητός δεν θα άντεχε τέτοια βασανιστήρια. Ποιος ήταν αυτός ο μυστηριώδης ξένος που ήξερε τα πάντα για τα μυστικά των θεών και τα αφηγούνταν με τόσο παραστατικότητα και τέχνη;"