29/07/2025
❤️❤️❤️
Φροντιστήριο "Μαθαίνουμε Τυρναβίτικα"
τζιτζίνα = το να παίρνεις κάποιον στην πλάτη
ουδιέτσι = έτσι όπως είναι
παγάλια = ήρεμα, σιγά - σιγά
κούτσικος = ο μικρός
αλαμανάω = ανακατεύω
ζγώνω = πλησιάζω
γαλίκα= κοφίνι
καταή = κάτω
βατιόνα = μέρος με βάτα
Ντρίτι - την Τρίτη
Ζπλατεία - στην πλατεία
Τι δλεια εχς- Τι δουλειά έχεις
Σούπα - σου είπα
Έπσα - έπεσα
Καργα - υπερβολικά
Θκομ - δικό μου
Μπανιαρίσκα - έκανα μπάνιο
Ούϊ - μόριο θαυμασμού
Ντιπ- καθόλου
Ακσα - άκουσα
Μασλάτια = κουβέντες
Γκαβώθκα = τυφλώθηκα
Μ’σόχαζος = μισότρελος
Μαγαρίσκα = λερώθηκα
Μακελέφκα = Κόπηκα παντού
Λόρδα = πείνα
Κατίντσα = κατάντησα
Κουρόμπλα = κορόμηλα
Κφάνας = ο κουφός
Ξενομάω = διώχνω
Ξιπιτσιάσκα = ξεφλουδίστηκα
Ξιπλατίσκα = κουράστηκα
Ξισιλόιαστος = άμυαλος
Ξιτλύθκ’α = σιχάθηκα πάρα πολύ
Ξιτσίπουτος = ξεδιάντροπος
Π’θαμή = πιθαμή
Παγάλια = σιγά σιγά
Παρατόρσα = έφυγα φοβούμενος
Παραχώνου = θάβω
Παρέκεια = πιο πέρα, παραπέρα
Παρτάλι = κουρέλι
Να γέντς ξίκ(ι) = να φύγεις αμέσως
Νταβάς = ταψί
Νταβρατζμένος = δυνατός
Ντιβερλίγκα = ολόγυρα
Μήρθε αχάμνια = δεν νιώθω καλά
Καταΐ = κάτω
Κατιβασιά = πλημμύρα του ποταμιού
Μιξάρ’ς (επιθ.) = μυξιάρης
Μισιακό = κοινό – μαζί
Μιτζ’μένους (επιθ.) = μεθυσμένος
Λούσκα = λούστηκα, πλύθηκα
Λούτσα = μούσκεμα
Κλαπατσίμπανα = όργανα, ορχήστρα
κλιματσίδα = κληματαριά
Κλούτσα = γκλίτσα
Κλώθω = στρίβω
Γάνιασα = κουράστηκα
Γαράφα = μπουκάλι
Γέρεψα = γιατρεύτηκα
Γκαρμπολάχανο = το λάχανο
Γκαχελώνα = χελώνα
Γκιζιρνώ (ρημ.) = τριγυρνάω
Γκιντέρια = βάσανα
Μαθαίνουμε Τυρναβίτικα :
καταΐ = κάτω,
κατσιό = καθισιό,
καψαλίσ'κα = κάηκα,
κλησσιά = εκκλησία,
κλουρ' = κουλούρι,
κοκοτσέλος = μικρός κόκορας,
κολ'τσίδα = φορτικός άνθρωπος,
κοπάνα = σκάφη,
κουρίτσια = κορίτσια,
κουσούρι = στραβά,
κασκαρίκα = φάρσα,
κουτουλάω = τρακάρω,
κούτσ'κο = μικρό παιδί,
λαΐνι = στάμνα,
λαμπίκο = πεντακάθαρο,
Λάρ'σα = Λάρισα,
λέλεκας = πελαργός,,
λόρδα = μεγάλη πείνα,
μαγαρίζω = βρομίζω,
μανάρι = πρόβατο,
μανιά = γιαγιά,
μασλάτι = η κουβέντα,
μάστι = μάζεψε,
ματαρθώ = ξαναέρθω
, μαχαλάς = συνοικία,
μεσσάλα = τραπεζομάντηλο,
μίρλα = κλάμα,
μισίρια= γαλοπούλες,
μουσκάρι = μοσχάρι,
μπαϊλντισα = κουράστηκα,
μπακρατσούλι =μικρή κατσαρόλα,
μπάμπαλου = σκουπιδάκι μικρό,
μπομπίρκο=μικρό και ζωηρό παιδί,
μπιζέρσα = βαρέθηκα,
μπουρτζόβλαχος = πολύ βλάχος,
μυαλό κουρκούτι = μυαλό ζαλισμένο,
μωρή = καλέ,
νίβομαι = πλένομαι στο πρόσωπο,
νταγλαράς = εύσωμος,
νταλάκιασα = δίψασα,
νταξ = εντάξει,
ντερλίκωσα = έφαγα πολύ,
ντι βερλίνγκα = αυτός που πάει από εδώ και εκεί,
ντίπ = καθόλου,
ντουγρού=ίσα, ευθεία, ντουρλάπ = βροχή, ντράβαλα = μπερδέματα,
ξεμπλέτσος = ξεκούμπωτος,
ξεποδαριάζομαι = κουράζομαι απ' το περπάτημα,
ξερακιανός = αδύνατος,
ολουνούς = όλοι,
οντάς= δωμάτιο,
όξω = έξω,
ουι γιεμ= επιφώνημα έκπληξης,
ούλα = όλα,
σάκα = τσάντα,
σακατεύτηκα = χτύπησα πολύ,
σαπάν = επάνω,
σαπέρα = εκεί πέρα,
σαρώνω = σκουπίζω, σ
, σινί = ταψί,
σιούτος = όταν το κριάρι ή ο τράγος δεν έχουν ανεπτυγμένα κέρατα ή τα χάσουν για κάποιο λόγο
σκασμένο = χαζό,
χλιάρας = αυτός που είναι περιορισμένου νοητικού επιπέδου, χλιάρι = κουτάλι,
χλιαρός = αυτός που είναι νωχελικός, , χούι = κουσούρι, χτικιό = βάσανο,
χώλωσα = θύμωσα,
ψένω = ψήνω,
ψες = χθες